(S, A, sA) ⲙⲡϣⲁ (adv.)

(adverb)
much, greatly [σφοδρα, πολυ, πανυ, μεγαλωσ, ισχυρωσ, δεινωσ, λιαν]
Crum: 180a
Dawoud: 182a



(S, A, sA) ⲙⲡϣⲁ

Crum: 180
180
180


Dawoud: 182a
182
182